1. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι, επειδή ο άνθρωπος είναι δισύνθετος, από ψυχή δηλαδή και σώμα, έχει και διπλές αισθήσεις και τις αρετές αυτών. Και είναι πέντε οι αισθήσεις της ψυχής και πέντε του σώματος. Οι ψυχικές αισθήσεις, τις οποίες οι σοφοί τις ονομάζουν δυνάμεις, είναι οι εξής· νους, διάνοια, δόξα, φαντασία και αίσθηση. Ενώ οι σωματικές είναι· όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση και αφή. Γι’ αυτό διπλές είναι τόσο οι αρετές όσο και οι κακίες τους, και είναι ανάγκη να γνωρίζει κάθε άνθρωπος καλά, πόσα είναι τα ψυχικά πάθη και ποια τα σωματικά.
Οι ψυχικές αρετές λέμε ότι αρχικά είναι τέσσερις γενικότατες, που είναι· η ανδρεία, η φρόνηση, η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη. Από αυτές γεννιούνται οι ψυχικές αρετές· η πίστη, η αγάπη, η προσευχή, η ταπείνωση, η πραότητα, η μακροθυμία, η ανεξικακία, η χρηστότητα, η αοργησία, η γνώση του Θεού, η έλλειψη θυμού, η απλότητα, η αταραξία, η ανυποκρισία, η ταπεινοφροσύνη, η έλλειψη υπερηφάνειας, η απουσία φθόνου και δόλου, η αφιλαργυρία, η συμπάθεια, η ελεημοσύνη, η μεταδοτικότητα, η αφοβία, η αλυπία, η κατανυκτικότητα, ο σεβασμός, η ευλάβεια, η επιθυμία των μελλόντων αγαθών, ο πόθος της βασιλείας του Θεού, η επιθυμία της υιοθεσίας.
2. Οι σωματικές λοιπόν αρετές, ή καλύτερα τα εργαλεία των αρετών, που γίνονται εν γνώσει και σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και οδηγούν τον άνθρωπο μακριά από κάθε υποκρισία και ανθρωπαρέσκεια και συμβάλλουν στην πρόοδο της ταπείνωσης και της απάθειας, είναι οι εξής: εγκράτεια, νηστεία, δίψα, αγρυπνία, ολονύκτια ψαλμωδία, συνεχής κάμψη των γονάτων, αλουσία, μονοχιτωνία*, ξηροφαγία, φαγητό μόνο το βράδυ, ολιγοφαγία, υδροποσία, κατάκλιση στο χώμα, φτώχεια, ακτημοσύνη, ρυπαρότητα, αποφυγή καλλωπισμού, ταπεινοφροσύνη, απομόνωση, ησυχία, απροσιτότητα, ένδεια, αυτάρκεια, σιωπή, χειρωνακτική εργασία και κάθε ταλαιπωρία και σωματική άσκηση.
* Αναφορά στα Ματθ. 10, 10 και Μαρκ. 6, 9.
Αυτά όλα, όταν το σώμα είναι ακμαίο και ενοχλείται από τα σαρκικά πάθη, είναι πολύ αναγκαία και ωφέλιμα. Όταν όμως το σώμα ασθενεί και με τη βοήθεια του Θεού έχει νικήσει τα πάθη, δεν είναι τόσο πολύ αναγκαία, επειδή η αγία ταπείνωση και η προσευχή τα αναπληρώνουν όλα.
3. Πρέπει λοιπόν να μιλήσουμε και για τα ψυχικά και σωματικά πάθη. Και ψυχικά πάθη είναι τα εξής: η λήθη, η ραθυμία, και η άγνοια· όταν το μάτι της ψυχής, δηλαδή ο νους, συσκοτίζεται από τα πάθη αυτά, κυριεύεται από όλα τα πάθη, που είναι: η ασέβεια, η κακοδοξία, ήτοι κάθε αίρεση, η βλασφημία, ο θυμός, η οργή, η πικρία, η οξυχολία*, η μισανθρωπία, η μνησικακία, η κακολογία, η κατάκριση, η παράλογη λύπη, η υπερηφάνεια, η υποκρισία, το ψέμα, η απιστία, η πλεονεξία, η αγάπη της ύλης, η εμπαθής προσήλωση σε κάτι, η σχέση με τα γήινα, η αφροντισιά, η λιποψυχία, η αχαριστία, η δυσφορία, η έπαρση, η οίηση, η επιδεικτικότητα, η αλαζονεία, η φιλαρχία, η ανθρωπαρέσκεια, η δολιότητα, η αναίδεια, η αναισθησία, η κολακεία, η υπουλότητα, η ειρωνεία, η διψυχία, οι συγκαταθέσεις στα αμαρτήματα από το συγκινητικό μέρος της ψυχής, και η συνεχής ενασχόληση με αυτά, και η φιλαργυρία, η ρίζα όλων των κακών, η κακοήθεια και η πονηρία.
* Δηλαδή το ευέξαπτο
4. Σωματικά πάθη είναι: η γαστριμαργία, η λαιμαργία, η καλοπέραση, η μέθη, η λαθροφαγία, η κάθε είδους φιληδονία, η πορνεία, η μοιχεία, η ακολασία, η αισχρότητα, η αιμομιξία, η παιδεραστία, η κτηνοβασία, οι κακές επιθυμίες και όλα τα αφύσικα και αισχρά πάθη, η κλεψιά, η ιεροσυλία, η ληστεία, ο φόνος, η σωματική άνεση και η απόλαυση των θελημάτων της σάρκας, όταν το σώμα είναι υγιές, οι μαντείες, οι μαγείες, οι γοητείες, οι παρατηρήσεις των οιωνών, οι κλήδονες, η αγάπη των κοσμημάτων, οι επάρσεις, οι ηλιθιότητες, οι καλλωπισμοί, τα φτιασίδια των προσώπων, η αξιοκατάκριτη φυγοπονία, οι αεροβασίες, το παιχνίδι των ζαριών, η παθιασμένη κατάχρηση των απολαύσεων του κόσμου, η σαρκολατρευτική ζωή, η οποία κάνοντας τον νου νωθρό, τον καταντά γήινο και κτηνώδη και δεν τον αφήνει ποτέ να επανέλθει προς τον Θεό και την καλλιέργεια των αρετών.
5. Ρίζες όμως όλων των παθών και, θα μπορούσε κανείς να πει, προέκταση αυτών, είναι η φιληδονία, η φιλοδοξία και η φιλαργυρία, από τις οποίες προέρχεται κάθε κακό. Και δεν διαπράττει ο άνθρωπος καμιά αμαρτία, αν προηγουμένως οι δυνατοί αυτοί γίγαντες, όπως λέει ο σοφώτατος ασκητής Μάρκος, δεν τον νικήσουν και τον κατακυριέψουν, δηλαδή η λησμοσύνη, η ραθυμία και η άγνοια, τις οποίες γεννά η ηδονή, η άνεση, η αγάπη της δόξας των ανθρώπων και η αγωνία για τις βιωτικές δυσκολίες.
Πρωταίτιος όμως όλων αυτών και μητέρα πολύ κακή, όπως ειπώθηκε προηγουμένως, είναι η φιλαυτία, ήτοι η παράλογη αγάπη του σώματος και η εμπαθής προσήλωση σ’ αυτό· διότι η ευθυμία και η χαλάρωση του νου μαζί με τη βωμολοχία και την αισχρολογία γίνονται πρόξενοι πολλών κακών και καταπτώσεων, όπως είναι η ελευθεροστομία και το γέλιο.
6. Εκτός από όλα αυτά πρέπει να γνωρίζουμε, ότι η εμπαθής φιληδονία είναι κάτι το πολυμήχανο και πολύπλοκο, και είναι πολλές οι ηδονές που απατούν την ψυχή, όταν δεν ανυψώνεται νηφάλια προς τον Θεό με τον φόβο του Θεού και την αγάπη του Χριστού, και δεν ασχολείται με την εργασία των αρετών. Διότι υπάρχουν μυριάδες ηδονές που ελκύουν προς τον εαυτό τους τα μάτια της ψυχής· είναι οι ηδονές των σωμάτων, των χρημάτων, της απολαύσεως, της δόξας, της ραθυμίας, της οργής, της εξουσίας, της φιλαργυρίας και της πλεονεξίας.
Και φαίνονται απατηλά ότι έχουν λαμπερή και ευχάριστη εμφάνιση, όντας ικανές να τραβήξουν εκείνους που είναι διστακτικοί γύρω από αυτά, και δεν αγαπούν πάρα πολύ την αρετή, αλλά ανέχονται τη σκληρότητα της. Άλλωστε κάθε γήινη σχέση και προσήλωση σε κάτι από τα υλικά πράγματα, προκαλεί ηδονή και ευχαρίστηση σε όποιον προσηλώνεται σ’ αυτά, ανώφελη και βλαβερή. Η εμπαθής επιθυμητική τάση της ψυχής δείχνει μ’ αυτό, ότι εξαιτίας αυτού εκείνος που νικιέται στερούμενος αυτό που ποθεί, κυριεύεται από θυμό, οργή, λύπη και μνησικακία.
Εάν μάλιστα μαζί με την αφοσίωση επικρατήσει και κάποια συνήθεια, λένε ότι κάνει αυτόν που έχει κυριευθεί από το πάθος να μένει προσηλωμένος σ’ αυτό μέχρι το τέλος, εξαιτίας της ηδονής που είναι κρυμμένη εδώ. Διότι η ηδονή της επιθυμίας έχει πολλές διακλαδώσεις, όπως ειπώθηκε, και ικανοποιείται όχι μόνο με την πορνεία και τις άλλες σαρκικές απολαύσεις, αλλά και με τα άλλα πάθη. Διότι η σωφροσύνη δεν είναι μόνο η αποχή από την πορνεία και τις άλλες ηδονές του υπογαστρίου, αλλά και η απομάκρυνση και από τις άλλες ηδονές.
Γι’ αυτό και εκείνος που επιθυμεί τη φιλοχρηματία, τη φιλαργυρία και την πλεονεξία είναι ακόλαστος· διότι, όπως εκείνος επιθυμεί το σώμα, έτσι και αυτός επιθυμεί τα χρήματα. Η καλύτερα αυτός είναι πιο ακόλαστος, διότι δεν έχει τόσο μεγάλη τη βία της φύσεως να τον ωθεί. Άλλωστε αμαθής ηνίοχος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί στην πραγματικότητα όχι εκείνος που δεν δαμάζει το άκαμπτο και ανυπότακτο άλογο, αλλά αυτός που δεν μπορεί να υποτάξει το ήμερο και πειθήνιο.
Και είναι φανερό από παντού, ότι είναι περιττή και όχι σύμφωνη με τη φύση η επιθυμία των χρημάτων, διότι δεν έχει από τη φύση της τη βία, αλλά από την κακή προαίρεση. Γι’ αυτό και αμαρτάνει ασυγχώρητα εκείνος που με τη θέληση του νικιέται από αυτήν. Ώστε πρέπει να γνωρίζουμε καθαρά εμείς, ότι η φιληδονία δεν περιορίζεται μόνο στην καλοπέραση και στη σαρκική απόλαυση, αλλά και σε κάθε τρόπο και πράγμα που με προαίρεση της ψυχής αγαπούμε και προσπαθούμε να πετύχουμε. Για να γίνουν ακόμα πιο σαφή τα πάθη, αντίστοιχα προς την τριμερή διαίρεση της ψυχής, κρίναμε σκόπιμο να προσθέσουμε με συντομία και τα εξής.
Για την τριμερή διαίρεση της ψυχής.
7. Η ψυχή διαιρείται σε τρία μέρη· το λογιστικό, το θυμικό και το επιθυμητικό. Από το λογικό προέρχονται τα εξής αμαρτήματα· απιστία, αίρεση, αφροσύνη, βλασφημία, αχαριστία και οι συγκαταθέσεις των σαρκικών αμαρτημάτων, οι οποίες γίνονται από το παθητικό μέρος της. Η θεραπεία αυτών των κακών και η ίαση είναι η αδίστακτη πίστη στον Θεό, τα αληθινά και σταθερά και ορθόδοξα δόγματα της ευσέβειας, η συνεχής μελέτη των λόγων του Πνεύματος, η ειλικρινής και συνεχής προσευχή και η ευχαριστία προς τον Θεό.
Για το θυμικό.
8. Τα αμαρτήματα του θυμικού είναι τα εξής· η ασπλαχνία, το μίσος, η έλλειψη συμπάθειας, η μνησικακία, ο φθόνος, ο φόνος, και η συνεχής άσκηση αυτών. Η ίαση και θεραπεία τους είναι η φιλανθρωπία, η αγάπη και η καλοσύνη.
Για το επιθυμητικό.
9. Του επιθυμητικού τα αμαρτήματα είναι τα εξής· η γαστριμαργία, η λαιμαργία, η μέθη, η πορνεία, η μοιχεία, η αισχρότητα, η ακολασία, η φιλοχρηματία, η επιθυμία της μάταιης δόξας, του χρυσαφιού, του πλούτου και των σαρκικών ηδονών. Η ίαση και θεραπεία αυτών είναι· η νηστεία, η εγκράτεια, η ταλαιπωρία, η ακτημοσύνη, η διανομή των χρημάτων στους φτωχούς, η επιθυμία των μελλόντων εκείνων και αθανάτων αγαθών, ο πόθος της βασιλείας του Θεού, και η επιθυμία της υιοθεσίας.
10. Πρέπει όμως να προσθέσουμε και τη διάγνωση των εμπαθών λογισμών, μέσω των οποίων γίνεται κάθε αμαρτία. Οι λογισμοί που περιέχουν τις κακίες είναι οκτώ· ο λογισμός της γαστριμαργίας, της πορνείας, της φιλαργυρίας, της οργής, της λύπης, της αφροντισιάς, της ματαιοδοξίας και της υπερηφάνειας. Το να μας ενοχλούν ή να μη μας ενοχλούν αυτοί οι οκτώ λογισμοί, δεν εξαρτάται από μας. Το να παραμένουν όμως σε μας και να μας προκαλούν ή όχι πάθος, αυτό εξαρτάται από μας.
11. Άλλο πράγμα είναι η προσβολή του λογισμού, άλλο ο συνδυασμός, άλλο η πάλη, άλλο το πάθος, άλλο η συγκατάθεση που πλησιάζει και παρομοιάζει με την πράξη, άλλο η ενέργεια, και άλλο η αιχμαλωσία.
Προσβολή είναι απλώς η υπόμνηση που γίνεται από τον εχθρό, για παράδειγμα, Κάνε αυτό, ή εκείνο, όπως συνέβη στον Κύριο και Θεό μας· «Πες οι πέτρες αυτές να γίνουν ψωμιά» (Ματθ. 4, 4). Αυτό, όπως λέχθηκε, δεν εξαρτάται από μας.
Συνδυασμός είναι η παραδοχή του λογισμού που μας υποβάλλει ο εχθρός και η κατά κάποιον τρόπο μελέτη και ηδονική συνομιλία μαζί του, η οποία εξαρτάται από τη δική μας προαίρεση.
Πάθος πάλι είναι η έξη που γίνεται με τον ενδοιασμό του πάθους που μας υποβάλλει ο εχθρός, και, κατά κάποιο τρόπο, η συνεχής ενασχόληση και φαντασία αυτού.
Πάλη είναι η αντίσταση του λογισμού, που αποβλέπει στην αναίρεση του πάθους που βρίσκεται στον λογισμό, ήτοι του εμπαθούς λογισμού, ή και στη συγκατάθεση, όπως λέει ο Απόστολος «Διότι η σάρκα έχει επιθυμίες αντίθετες προς το Πνεύμα, και το Πνεύμα αντίθετες προς τη σάρκα. Και αυτά είναι αντίθετα το ένα προς το άλλο» (Γαλ. 4, 17).
Αιχμαλωσία είναι η βίαια και αθέλητη απαγωγή της καρδιάς, η οποία βασανίζεται από πρόληψη και μακρά συνήθεια.
Συγκατάθεση είναι η συγκατάνευση προς το πάθος του λογισμού.
Τέλος ενέργεια είναι η ίδια η πράξη του εμπαθούς λογισμού στον οποίο συγκατατίθεται κάποιος.
Εκείνος λοιπόν που από την αρχή σκέφτεται χωρίς πάθος, ή με την αντίρρηση και αυστηρότητά του διώχνει τον λογισμό από την αρχή, δηλαδή την προσβολή, αυτός αποκόπτει μια κι έξω τα τελευταία.
12. Η γαστριμαργία νικιέται με την εγκράτεια, ενώ η πορνεία με τον θεϊκό πόθο και την επιθυμία των μελλόντων αγαθών· η φιλαργυρία με την συμπάθεια προς τους φτωχούς, και η οργή από την καλοσύνη και την αγάπη προς όλους· η κοσμική λύπη από την πνευματική χαρά, και η αφροντισιά με την υπομονή και την καρτερικότητα και την ευγνωμοσύνη προς τον Θεό· η κενοδοξία με την σιωπηρή άσκηση των αρετών και με την συνεχή προσευχή που γίνεται με συντριβή καρδιάς· η υπερηφάνεια, τέλος, πολεμείται με το να μη κατακρίνουμε ή να εξευτελίζουμε, όπως έκανε ο καυχησιάρης Φαρισαίος (Λουκ 18, 11 εξ.), αλλά να θεωρούμε τον εαυτό μας τελευταίο όλων.
Με τον τρόπο αυτόν λοιπόν ο νους, αφού ελευθερωθεί από τα αναφερθέντα πάθη και ανυψωθεί προς τον Θεό, ζει στο εξής τη μακάρια ζωή, δεχόμενος την εγγύηση του αγίου Πνεύματος, και όταν φύγει από εδώ χωρίς πάθη και με γνώση αληθινή, θα παρουσιασθεί στο φως της αγίας Τριάδος, μαζί με τους θεϊκούς αγγέλους, καταλάμποντας στους ατελείωτους αιώνες.
13. Όπως ειπώθηκε λοιπόν, η ψυχή είναι τριμερής, διότι τρία είναι τα μέρη της, ο λογισμός, ο θυμός και η επιθυμία. Εάν στο θυμικό μέρος της υπάρχει αγάπη και φιλανθρωπία, και στο επιθυμητικό καθαρότητα και σωφροσύνη, ο λογισμός είναι φωτισμένος. Ενώ εάν στο θυμικό υπάρχει μίσος προς τους ανθρώπους και στο επιθυμητικό ακολασία, ο λογισμός είναι σκοτισμένος. Ο λογισμός λοιπόν τότε είναι υγιής, συνετός και φωτισμένος, όταν έχει υποταγμένα τα πάθη, αντιμετωπίζει τους λόγους των κτισμάτων κατά τρόπο αγνό, και ανεβαίνει προς τη μακάρια και αγία Τριάδα.
Το θυμικό πάλι τότε κινεί αυτό που είναι σύμφωνο με τη φύση, όταν αγαπά όλους τους ανθρώπους και δεν έχει για κανέναν από αυτούς λύπη ή μνησικακία. Και το επιθυμητικό, όταν με ταπεινοφροσύνη, εγκράτεια και ακτημοσύνη νεκρώσει τα πάθη, δηλαδή τη σαρκική ηδονή, και την επιθυμία των χρημάτων και της δόξας που παρέρχεται, και στραφεί προς τον θεϊκό και αθάνατο έρωτα.
Διότι η επιθυμία κινεί προς αυτά τα τρία, ή προς τη σαρκική ηδονή, ή προς τη μάταιη δόξα, ή προς την απάτη των χρημάτων, και εξαιτίας αυτής της παράλογης επιθυμίας περιφρονεί τον Θεό και τις θεϊκές εντολές του, λησμονεί τη θεϊκή ευγένεια, γίνεται θηρίο προς τον πλησίον, συσκοτίζει τον λογισμό και δεν τον αφήνει να κοιτάξει προς την αλήθεια.
Όποιος έχει αποκτήσει ανώτερο από αυτά φρόνημα, από αυτήν εδώ τη ζωή, όπως ειπώθηκε, απολαμβάνει τη βασιλεία των ουρανών και ζει ζωή ευτυχισμένη, με την αναμονή της μακαριότητας που περιμένει αυτούς που αγαπούν τον Θεό. Αυτής της μακαριότητας είθε να αξιωθούμε κι εμείς, με τη χάρη του Χριστού. Αμήν.
14. Αυτά λοιπόν τα εκθέσαμε με αφέλεια, ανάλογα με την αμάθεια που είχαμε, κάνοντας περιληπτικό και σαφή λόγο για τις αρετές και τα πάθη, για να μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει και να αναγνωρίζει τη διαίρεση και διαφορά τους, με κάθε λεπτομέρεια και σαφήνεια. Γι’ αυτό ακριβώς εκθέσαμε και την ποικιλία και πολυμορφία του καθενός, ώστε, ει δυνατόν, να μη αγνοείται καμιά ιδέα της αρετής και κακία, και έτσι τις πρώτες πρόθυμα να τις ελκύσουμε προς εμάς, δηλαδή τις αρετές και κυρίως τις ψυχικές, με τις οποίες πλησιάζουμε και τον Θεό, ενώ τις κακίες, αφού τις παρακάμψουμε πάρα πολύ, να τις αποφύγουμε.
Διότι είναι ευτυχής, πραγματικά, εκείνος που αναζητά την αρετή και την ασκεί, και ερευνά με προσοχή τι είναι αρετή, επειδή μέσω αυτής πλησιάζει τον Θεό και ενώνεται μαζί του νοερά. Διότι αυτό είναι κυρίως σύνεση, σοφία και γνώση αδιάψευστη και πλούτος αναφαίρετος, το να οδηγείται κανείς στη θέα του Δημιουργού μέσω της πρακτικής αρετής. Και λέγεται αρετή, επειδή προτιμάται ελεύθερα· καθόσον και προαιρετική είναι και θεληματική, διότι το αγαθό το κάνουμε προαιρετικά και αυτεξούσια, και όχι χωρίς τη θέλησή μας και αναγκαστικά. Φρόνηση πάλι λέγεται, το να φέρουμε στο νου μας όσα είναι ωφέλιμα.
15. Εάν όμως θέλεις θα προσθέσουμε στον αφελή αυτό λόγο μας, σαν χρυσό επισφράγισμα, λίγα και για το «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωση», του πιο πολύτιμου από όλα τα κτίσματα του Θεού, του νοερού και λογικού ζώου, του ανθρώπου, που μόνος από όλα είναι δημιουργημένος «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωση» Θεού.
«Κατ’ εικόνα» λοιπόν λέγεται κάθε άνθρωπος ως προς το τιμητικό αξίωμα του να έχει νου και ψυχή, ήτοι ως προς το ακατάληπτο, το αθέατο, την αθανασία, την αυτεξουσιότητα, αλλά και το να είναι αρχηγός και να γεννά παιδιά και να οικοδομεί.
Ενώ «καθ’ ομοίωση» λέγεται σύμφωνα με τον λόγο της αρετής και των πράξεων του που φέρουν το όνομα του Θεού και αποτελούν μίμηση του Θεού, δηλαδή επειδή φέρεται φιλάνθρωπα προς τους συνανθρώπους του, λυπάται και ελεεί και αγαπά τους συνδούλους του, και δείχνει κάθε ευσπλαχνία και συμπάθεια. Διότι λέει ο Χριστός και Θεός, «να είστε σπλαχνικοί, όπως και ο Πατέρας σας ο ουράνιος είναι σπλαχνικός» (Λουκ. 5, 36).
Και το «κατ’ εικόνα»» βέβαια το έχει κάθε άνθρωπος· διότι για τα χαρίσματα του ο Θεός δεν μετανοεί. Το «καθ’ ομοίωση» όμως το έχουν λίγοι και μόνο οι ενάρετοι και άγιοι, και όσοι μιμούνται, όσο είναι δυνατόν σε ανθρώπους, την αγαθότητα του Θεού.
16. Είθε να αξιωθούμε και εμείς αυτής της υπεράγαθης φιλανθρωπίας, αφού τον ευαρεστήσουμε με τις αγαθοεργίες και γίνουμε μιμητές εκείνων που από αιώνες ευαρέστησαν τον Χριστό· διότι σ αυτόν ανήκει η ευσπλαχνία και σ’ αυτόν ταιριάζει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, και στον άναρχο Πατέρα, και στο πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό του Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.